plac
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- plac < (άμεσο δάνειο) γερμανική Platz
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]plac (pl) αρσενικό
- η πλατεία
Content-Length: 65527 | pFad | https://el.wiktionary.org/wiki/plac
plac (pl) αρσενικό
Fetched URL: https://el.wiktionary.org/wiki/plac
Alternative Proxies: