pathology
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pathology (en)
- (ιατρική) η παθολογία
- (κατ’ επέκταση) παθολογικό σύμπτωμα
- the pathologies of modern civilization - η παθολογία του σύγχρονου πολιτισμού